Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκυών. Платон
ΕΡΥΞIΑΣ
(Ή περί πλούτου)
Έτυχε να περιπατώμεν εις την στοάν του Διός του ελευθερίου εγώ και ο Ερυξίας ο Στειριεύς· έπειτα ήλθον πλησίον μας ο Κριτίας και ο Ερασίστρατος ο υιός του Φαίακος ανεψιός του Ερασιστράτου. Κατά τύχην δε τότε ήτο νεοφερμένος από την Σικελίαν και από τούτους τους τόπους ο Ερασίστρατος· πλησιάσας δε είπε:
Χαίρε ω Σώκρατες.
Και συ χαίρε· τι γίνεσαι; Τίποτε νέον από την Σικελίαν έχεις να μας λέγης ;
Και βέβαια· αλλ' επιθυμείτε πρώτον να καθίσωμεν; Διότι έχω κουρασθή, ελθών χθες πεζός από τα Μέγαρα.
Κάλλιστα αν φαίνεται καλόν.
Τι λοιπόν από τα εκεί θέλετε πρώτον να ακούσετε; Ποίον από τα δύο, τί κάμνουσιν αυτοί εκείνοι, ή πώς διάκεινται προς την πόλιν μας; Διότι εκείνοι φαίνονται εις εμέ ότι έχουσι πάθει αναφορικώς προς ημάς ό,τι και οι σφήκες. Διότι και ούτοι, εάν κανείς κατ' ολίγον εξερεθίζων τους παροργίση, γίνονται ακατανίκητοι, έως ότου, αφού επιτεθή τις συν γυναιξί και τέκνοις, τους εκδιώξη. Τοιουτοτρόπως λοιπόν συμβαίνει και με τους Συρακοσίους· αν δεν κάμη κανείς κατόρθωμα και με πολύν μέγαν στόλον δεν φθάση εκεί, δεν είναι δυνατόν η πόλις των εκείνη να γίνη ποτέ υπόδουλος εις ημάς· από δε τα μικρά κινήματα περισσότερον δύνανται να οργίζωνται και τόσον όσον να γίνωνται σκληρότατοι. Έχουσι δε στείλει και τώρα προς ημάς πρέσβεις, καθώς φαίνεται εις εμέ, θέλοντες να εξαπατήσωσι κατά τι την πόλιν.
Ενώ δε ημείς συνωμιλούσαμεν έτυχε να διέρχωνται οι Συρακόσιοι πρέσβεις. Είπε λοιπόν ο Ερασίστρατος δείξας τον ένα από τους πρέσβεις :
Ούτος εδώ βέβαια, Σωκράτη, είναι πλουσιώτατος από τους Σικελιώτας και Ιταλιώτας. Και πώς να μη είναι πλουσιώτατος εκείνος εις τον οποίον είναι τόσον άφθονος γη, ώστε να υπάρχη ευπορία εις εκείνον όστις θέλει να γεωργή παρά πολλήν; Και αύτη βέβαια η γη είναι τοιαύτη, οποία δεν υπάρχει άλλη τουλάχιστον εις τους Έλληνας· προσέτι δε κατάλληλος και καθ' όλα τα άλλα τα συντελούντα προς πλούτον υπάρχουσι δηλαδή ανδράποδα και ίπποι και χρυσός και άργυρος.
Βλέπων δε εγώ αυτόν παρασκευαζόμενον να φλυαρήση περί της περιουσίας του ανθρώπου, τον ηρώτησα: Τι λοιπόν, ω Ερασίστρατε; Σαν ποίος ανήρ φαίνεται ότι είναι εις την Σικελίαν ;
Ούτος, από τους Σικελιώτας και Ιταλιώτας, και φαίνεται και είναι ο πονηρότατος πάντων παρά ο πλουσιώτατος, και τόσον ώστε, αν θέλης κανένα από τους Σικελιώτας να ερωτάς ποίον νομίζει να είναι και πονηρότατος και πλουσιώτατος, κανείς δεν θα είπη άλλον από τούτον.
Επειδή δε ενόμισα ότι αυτός δεν κάμνει λόγον δια μικρά πράγματα, αλλά δι' εκείνα τα οποία φαίνονται ότι είναι μέγιστα, περί αρετής και περί πλούτου, τον ηρώτησα ποίον από τα δύο δύναται να είπη, ότι πλουσιώτερος άνθρωπος είναι εκείνος εις τον οποίον κατά τύχην υπάρχει αργυρούν τάλαντον, ή εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός άξιος δύο ταλάντων ;
Νομίζω μεν εγώ, εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός.
Λοιπόν κατά τον ίδιον λόγον και αν κατά τύχην είς τινα υπάρχουσι φορέματα ή στρώματα, ή άλλα περισσοτέρου λόγου άξια ή όσα εις τον ξένον Σικελιώτην, ούτος είναι πλουσιώτερος.
(Συνεφώνησε και εις ταύτα).
Εάν δε κανείς ήθελε σοι δώσει να προτιμήσης μεταξύ τούτων των δύο, ποίον των δύο θα προετίμας;
Εγώ μεν θα προετίμων το πλείστου λόγου άξιον.
Κατά ποίον από τους δύο τρόπους νομίζων ότι θα ήσο πλουσιώτερος;
Κατά τούτον, προτιμών το πλείστου λόγου άξιον.
Τώρα μεν τάχα φαίνεται εις ημάς ότι πλουσιώτατος είναι εκείνος όστις έχει πλείστου λόγου άξια;
Ναι.
Λοιπόν, οι υγιαίνοντες είναι πλουσιώτεροι από τους ασθενείς, εάν η υγεία είναι περισσοτέρου λόγου άξιον πράγμα παρά τα χρήματα του ασθενούς. Διότι δεν υπάρχει κανείς όστις ολίγα έχων χρήματα να μη προτιμήση να είναι υγιής, ή έχων τα χρήματα του μεγάλου βασιλέως να ασθενή, δηλαδή προτιμά την υγείαν, διότι νομίζει ότι αύτη είναι περισσοτέρου λόγου αξία ή τα χρήματα. Διότι ποτέ δεν θα προετίμα ταύτην, αν μη ενόμιζε την υγείαν πράγμα προτιμότερον από τα χρήματα.
Όχι βέβαια.
Λοιπόν και αν τίποτε άλλο φαίνεται περισσότερον της υγείας άξιον λόγου, εκείνος όστις έχει το άλλο τούτο είναι πλουσιώτατος.
Ναι.
Εάν τώρα, αφού μας πλησιάση κανείς, μας ηρώτα, ω Σωκράτη και Ερυξία και Ερασίστρατε, ημπορείτε να μου ειπήτε τι είναι διά τον άνθρωπον πράγμα πλείστου λόγου άξιον; Είναι τάχα τούτο το οποίον αφού απέκτησεν ο άνθρωπος, περί τούτου άριστα και σκέπτεται, πώς δηλαδή κάλλιστα ήθελε διεξαγάγει και αυτός