Τίμαιος, Τόμος Β. Платон
ούτος δε, επειδή είναι βαρύς ωθούμενος και διαχεόμενος πέριξ της μάζης της γης, θλίβει αυτήν σφοδρώς και την σπρώχνει εις τους τόπους, οπόθεν είχεν εξέλθει ο νεωστί σχηματισθείς αήρ. Συμπιεσθείσα έπειτα υπό του αέρος η γη γίνεται μετά του ύδατος, όπερ δεν δύναται πλέον να διαλυθή, πέτρα, ωραιοτέρα μεν εκείνη, ήτις αποτελουμένη εκ μερών ίσων και ομοιομόρφων είναι διαφανής, ασχημοτέρα δε η εναντίας έχουσα ιδιότητας. Εκείνη όμως, ήτις υπό της ταχύτητος του πυρός εστερήθη πάσης υγρασίας και συνεπυκνώθη εις σώμα ξηρότερον του πρώτου, γίνεται εκείνο, το οποίον ωνομάD. | σαμεν κέραμον. Ενίοτε δε, όταν απομείνη υγρασία, η γη, επειδή εχύθη διά του πυρός, όταν ψυχθή, γίνεται ο λίθος ο έχων χρώμα μέλαν. Εκ των δύο δε τούτων, τα οποία τοιουτοτρόπως γυμνούνται μεγάλης ποσότητος ύδατος, όπερ ήτο ανάμικτον μετ' αυτών, και αποτελούνται εκ μερών γης λεπτοτέρων και είναι αλμυρά, όταν η πήξις αυτών γίνη κατά το ήμισυ και είναι ταύτα ακόμη διαλυτά υπό του ύδατος σχηματίζεται το νίτρον, το οποίον είναι ικανόν να καθαρίζη (από) το έλαιον και την γην, και προσέτι εκείνο, όπερ τόσον καλώς προσαρμόζεται εις τα αρτύΕ. | ματα διά την αίσθησιν του στόματος, το σώμα των αλάτων, το οποίον είναι τόσον προσφιλές εις τους θεούς, καθώς λέγει ο νόμος28. Τα δε σύνθετα, εκ των δύο ειδών (γης και ύδατος), τα οποία υπό μεν του ύδατος δεν είναι διαλυτά, είναι όμως υπό του πυρός, συμπηγνύονται τοιουτοτρόπως διά τον εξής λόγον. Όγκους γης29 δεν διαλύει ούτε το πυρ ούτε ο αήρ, διότι, επειδή ταύτα αποτελούνται από μέρη φύσει μικρότερα των κενών της συστάσεως της γης και μεταβαίνουσιν άνευ βίας διά μέσου πολλής ευρυχωρίας, αφίνουσιν αδιάλυτον και δεν τήκουσιν αυτήν. Αλλά τα μέρη του ύδατος, επειδή είναι φύσει μεγαλύτερα, ευ61. | ρίσκοντα διά βίας έξοδον, διαλύουσι και τήκουσιν αυτήν.
Την γην λοιπόν, ήτις δεν είναι συμπαγής, μόνον το ύδωρ δύναται τοιουτοτρόπως να διαλύση διά της βίας, αλλ' όταν είναι συμπαγής ουδέν άλλο την διαλύει πλην του πυρός, διότι εις ουδέν άλλο απομένει είσοδος εκεί παρά εις το πυρ. Και πάλιν την πύκνωσιν του ύδατος, όταν είναι βιαιοτάτη, μόνον το πυρ, όταν δε είναι ασθενεστέρα και τα δύο, πυρ και αήρ την διαλύουσιν, ο μεν αήρ εισερχόμενος εις τα κενά, το δε πυρ και εις τα στοιχειώδη τρίγωνα30. Τον δε αέρα τον ισχυρώς πυκνωθέντα ουδέν δύναται να διαλύση, εκτός εάν διαλύση εις τα στοιχεία του, εάν δε είναι αβίαστος η πύκνωσις, μόνον το πυρ διαλύει αυτόν31. Ως προς τα σώματα δε τα μικτά εκ γης και ύδατος, ενόσω το ύδωρ κατέΒ. | χει τα κενά της γης συμπεπιεσμένης με δύναμιν, τα μέρη του ύδατος τα επερχόμενα έξωθεν μη ευρίσκοντα είσοδον και περιρρέοντα όλον τον όγκον, την αφίνουσιν αδιάλυτον· αλλά τα μέρη του πυρός εισερχόμενα εις τα κενά των υδάτων, εκείνο όπερ το ύδωρ προξενεί εις την γην, τούτο προξενούντα τα μέρη του πυρός εις το ύδωρ, γίνονται αυτά μόνα αίτια εις το μικτόν σώμα να διαλυθή και να γίνη ρευστόν. Και τοιαύτα σώματα συμβαίνει άλλα μεν να έχωσιν ολιγώτερον ύδωρ παρά γην, και ταύτα είναι πάντα τα είδη της υάλου και πάντες οι λίθοι, οίτιC. | νες καλούνται χυτοί, άλλα δε ανάπαλιν, έχουσι περισσότερον ύδωρ και είναι όλα τα σώματα τα κηροειδή και τα
28
Το άλας λοιπόν είναι το πρώτον των αρτυμάτων, επειδή συνηθίζετο εις τας θυσίας· διά τούτο λέγει ότι είναι αρεστόν εις τους θεούς συμφώνως με την κρατούσαν συνήθειαν.
29
Όταν η γη είναι εν κανονική καταστάσει, ουχί υπό του πυρός πιεζομένη, ότε δύναται να διαλυθή υπό του πυρός.
30
Ο αήρ διαλύει τον πάγον, την χιόνα κ.λ., το δε πυρ ου μόνον τούτο ποιεί, αλλά και εξατμίζει το ύδωρ, ήτοι το μεταβάλλει εις αέρα.
31
Το πυρ διαστέλλει τον συνήθη αέρα· ως προς τον συμπεπυκνωμένον, το πυρ δεν δύναται να τον διαστείλη, αλλά τον μεταμορφώνει εις πυρ.