Η φιλοσοφία του Σωκράτους κατά A. Fouillée. Petros Vrailas-Armenes
εκ πάσης ψυχής και εκ παντός πράγματος και εξ αυτών των ταπεινοτέρων ενόμιζεν ότι ηδύνατο να εκλάμψη ως εξ υποκεκρυμμένου σπινθήρος το φως της αληθείας.
ΣΤ’.
Ιδιαίτερα μέσα της μαιευτικής. – Διαίρεσις και εξαγωγή
(déduction). – Επαγωγή.
Η διαίρεσις περιλαμβάνει πάντα τα αναλυτικά μέσα δι' ων ανακαλύπτομεν την ενότητα εν τη πολλότητι, διότι, δυνάμεθα από της ενότητος του γένους, να κατέλθωμεν εις την πολλότητα των ειδών, όπερ είνε η κυρίως λεγομένη διαίρεσις, ή από της ενότητος αρχής τινος να κατέλθωμεν εις την πολλότητα των συνεπειών αυτής, όπερ είναι η εξαλεγομένη διαίρεσις, ή από της ενότητος αρχής τινος να κατέλθωμεν εις την πολλότητα των συνεπειών αυτής, όπερ είναι η εξαγωγή, και ο Σωκράτης εγνώρισε και μετεχειρίσθη μεθοδικώς αμφότερα τα μέσα ταύτα. Ο Ξενοφών πολλαχού των Απομνημονευμάτων παρέχει παραδείγματα της πρώτης εργασίας, ην ονομάζει το διαλέγειν κατά γένη , ένθα ο Σωκράτης διαιρεί τα γένη εις τα είδη αυτών μετά θαυμαστής ακριβείας, και ούτω φθάνει εις το ίδιον εκάστου πράγματος, ήτοι εις την ιδίαν και ειδικήν διαφοράν, εις την ουσιώδη ιδιότητα, εξ ης και μόνης δύναται να προκύψη ο ακριβής ορισμός· απαράλλακτος δε είνε και ο παρά Πλάτωνι Σωκράτης (Φαιδρ. 91). Ωσαύτως την έκ τινος αρχής ακριβή εξαγωγήν των συνεπειών αυτής πανταχού φαίνεται μεταχειριζόμενος ο Σωκράτης, και ενίοτε εν είδει τελείου σωρείτου. Αλλ' η διαίρεσις και η εξαγωγή βεβαιούσι μόνον την λογικήν δυνατότητα των όντων και εννοιών, ουχί δε και την αντικειμενικήν αυτών πραγματικότητα. Προς τούτο απαιτείται άλλη ανωτέρα εργασία, και εις ταύτην επλησίασεν ο Σωκράτης· διά της επαγωγής, ην αποδίδουσιν αυτώ εκ συμφώνου ο Ξενοφών, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Και τωόντι ότε ο Σωκράτης ανεσκεύαζε τας γνώμας των αντιπάλων του, μετεχειρίζετο την διά της εξαγωγής των συνεπειών ανάλυσιν, αποδεικνύων ούτω το άτοπον της αρχής εξ ης απέρρεον, αλλ' ότε αυτός εξέφραζε γνώμην τινά, και άλλος την αντέτεινεν, υπεχρεούτο, προς δικαιολόγησιν της κρίσεώς του, να την επαναγάγη είς τινα γενικήν και ομολογουμένην αλήθειαν, επί την υπόθεσιν επανήγε , και πραγματικώς η γενική αύτη αλήθεια προ της επαληθεύσεως ήτο υπόθεσις , και η επαλήθευσις αύτη εγίνετο διά της παραθέσεως πολλών μερικών παραδειγμάτων, εν οίς εζήτει τον εν πάσι κοινόν χαρακτήρα ανερχόμενος ούτω από των επί μέρους εις το καθόλου, και η εργασία αύτη ουδέν έτερον είναι ή αυτή η επαγωγή . Το δε εξαγόμενον της επαγωγής θέλει είναι γενική τις αρχή και το έτερον και κυριώτερον στοιχείον του ορισμού. Ούτω δε των λόγων επαναγομένων καθίστα εναργή την αλήθειαν και εις αυτούς τους αντιλέγοντας, εάν ουχί διά της πλήρους και τελείας επαγωγής ης τους νόμους ακριβώς εξέθηκεν ακολούθως ο Αριστοτέλης, αλλά δι' επακτικών λόγων , τουτέστι διά παραδειγμάτων, διά της αναλογίας, ενίοτε δε και διά της πλήρους αριθμήσεως των καθ' έκαστα, αφ' ών γίνεται ασφαλώς η επί τα καθόλου έφοδος κατ' Αριστοτέλην (Αναλ. προτ. Β.' ιε') . Ούτω λοιπόν διά της διαιρέσεως και εξαγωγής, αφ' ενός, και διά της επαγωγής και γενικεύσεως, αφ' ετέρου, συμπληρούται