Ιστορίες αλλόκοτες. Эдгар Аллан По
τας λέξεις αυτάς οι παριστάμενοι εκράτησαν σιγήν επί έν λεπτόν. Μία κυρία μάλιστα, η οποία συνεμορφώθη κατά γράμμα προς τα κελεύσματα του κ. Μαγιάρ, έβγαλε την γλώσσαν της, την έλαβεν εις τα δύο χέρια της και την εκράτησε με μίαν επαινετήν υπομονήν μέχρι τέλους του γεύματος.
– Αυτή η αξιαγάπητος κυρία, είπα χαμηλοφώνως προς τον κ. Μαγιάρ κύψας προς αυτόν, η καλή αυτή κυρία, η οποία ωμίλησε πρό τινος και μας εφιλοδώρησε με το κοκορίκο της, είναι υποθέτω ακίνδυνος, πραγματικώς ακίνδυνος.
– Ακίνδυνος; εφώναξεν ειλικρινώς έκθαμβος. Τι; Πώς; Τι εννοείτε μ' αυτό;
– Είναι ελαφρώς προσβεβλημένη, είπα, και ακούμπησα τον δάκτυλον εις το μέτωπόν μου. Φαντάζομαι ότι δεν είναι υπερβολικά, επικινδύνως ασθενής. Αι;
– Θεέ μου! Τι θέλετε με αυτό; Η κυρία αυτή, μία οικογενειακή φίλη, μία παλαιά φίλη, η κυρία Ζοαγέλ, είναι απολύτως υγιής, όπως και εγώ ο ίδιος. Έχει κάποιας εκκεντρικότητας αληθώς, αλλά, καθώς γνωρίζετε, όλαι αι γραίαι είναι κατά το μάλλον και ήττον εκκεντρικαί.
– Σύμφωνος, είπα, σύμφωνος . . . Και οι κύριοι; Και αι κυρίαι;
– Είναι φίλοι μου και φύλακες, διέκοψεν ο κ. Μαγιάρ, εγειρόμενος υψηλά . . . είναι οι καλοί μου φίλοι και συνεργάται.
– Τι όλοι; Και αι γυναίκες ακόμη;
– Τελείως, είπε. Δεν θα επετυγχάνετο τίποτα χωρίς τας γυναίκας.
Δεν υπάρχουν διά τους τρελλούς καλύτεροι φύλακες από τας γυναίκας.
Έχουν ιδιαίτερον τρόπον αυταί. Τα λάμποντα μάτια των κάμνουν θαύματα. Είναι ένα είδος γοητείας, όπως η του φιδιού. Εννοείτε;
– Αναμφιβόλως, είπα, αναμφιβόλως. Έχουν κάτι τι παράδοξον. Αι; κάτι το πρωτότυπον. Δεν είναι αληθές;
– Παράδοξον, πρωτότυπον; Πώς; Αυτά είναι η βάσις της σκέψεώς σας; Πραγματικώς; Ημείς οι μεσημβρινοί δεν αγαπούμεν να κάμνωμεν τον καμπόσο. Ζούμεν, όπως μας καπνίσει, περνάμε ευχάριστον ζωήν και με όλα αυτά τα ποικίλα πράγματα. Εννοείτε; . . .
– Αναμφιβόλως, είπα, αναμφιβόλως.
– Και έπειτα έχομεν και το Clos-Vougeot, το οποίον μας ζεσταίνει ολίγον το κεφάλι. Βλέπετε, είναι ολίγο δυνατό. Εννοείτε;
– Αναμφιβόλως, είπα, αναμφιβόλως. Αλήθεια, κύριε, δεν μου είπατε ότι το νέον σύστημά σας, το οποίον αντικατέστησε το περίφημον πράον, ήτο μεγάλης αυστηρότητος;
– Όχι. Καθόλου όχι. Αναμφιβόλως ο αποκλεισμός είναι γενικός. Τούτο είναι μία ανάγκη· αλλά η θεραπεία – εννοώ την ιατρικήν θεραπείαν – είναι η μάλλον ευχάριστος εις τους ασθενείς.
– Και το νέον αυτό σύστημα εσείς το εφεύρετε;
– Όχι εντελώς. Διά τινας των βάσεων του συστήματος τούτου η τιμή ανήκει εις τον καθηγητήν Γκουντρόν, περί του οποίου βεβαίως ηκούσατε. Ωσαύτως τροποποιήσεις τινές οφείλονται εις τον περίφημον Πλουμ, όστις, εάν δεν απατώμαι, είναι επιστήθιος φίλος σας.
– Εντρέπομαι να ομολογήσω, απήντησα, ότι ακούω απαγγελλόμενα διά πρώτην φοράν τα ονόματα των δυο τούτων κυρίων.
– Προς Θεού! ανέκραξεν ο κ. Μαγιάρ στρέψας αμέσως το κάθισμά του και υψώσας τους βραχίονας προς τον ουρανόν. Θέλω να πιστεύσω ότι κακώς σας αντελήφθην. Δεν θέλετε να ισχυρισθήτε, ελπίζω, ότι ποτέ σας δεν ηκούσατε