Πολιτεία, Τόμος 4. Платон
εκείνου εις τον ολιγαρχικόν; – Πώς; – Ο υιός από την παιδικήν του ηλικίαν κατά πρώτον μεν φιλοτιμείται να μιμηθή τον πατέρα του και να βαδίση επί τα ίχνη του· αλλ' ακολούθως, όταν ιδή έξαφνα, ότι ο πατέρας του προσέκρουσεν εις την πόλιν, όπως επάνω εις βράχον, και αφού έκαμε αβαρίαν και της περιουσίας του και του εαυτού του, κατά την διαχείρισιν είτε στρατηγίας τινός ή καμμιάς άλλης αρχής, έπεσε εις τα δικαστήρια και εις τα νύχια των συκοφαντών, και κατεδικάσθη ή εις θάνατον ή εις εξορίαν ή εις την στέρησιν των πολιτικών του δικαιωμάτων και την δήμευσιν της περιουσίας του, – Όπως συμβαίνει φυσικά. – Όταν, λέγω, ιδή όλα αυτά και πάθη και φοβηθή τα ίδια και διά τον εαυτόν του, τότε, νομίζω, και αυτός κρημνίζει κατακέφαλα από τον θρόνον της ψυχής του την φιλοδοξίαν και το θυμοειδές εκείνο, και ταπεινωθείς από την πτωχείαν δεν σκέπτεται άλλο παρά πώς να κάμη περιουσίαν, και κατά μικρόν με πολλάς στερήσεις, μεγάλην οικονομίαν και αδιάκοπον εργασίαν το κατορθώνει· δεν νομίζεις λοιπόν τότε, ότι εις εκείνον τον θρόνον, από τον οποίον εδίωξε την φιλοδοξίαν, θα αναβιβάση την φιλοχρηματίαν και το επιθυμητικόν, το οποίον θα ανακηρύξη μέγαν βασιλέα του και θα του φορέση τιάρας και στρεπτούς και ακινάκας; – Το πιστεύω. – Το δε λογιστικόν βέβαια και το θυμοειδές θα τα ρίψη χάμω δούλους και υποπόδια εκατέρωθεν του θρόνου του, και εις μεν το ένα δεν θα επιτρέπη να σκέπτεται και να συλλογίζεται τίποτε άλλο, παρά πώς θα κάμη από ολιγώτερα περισσότερα τα χρήματά του, το δε άλλο πάλιν τίποτε να μη θαυμάζη και τιμά παρά τον πλούτον και τους πλουσίους και να μην έχη άλλην φιλοδοξίαν παρά την απόκτησιν χρημάτων και οτιδήποτε άλλο οδηγεί προς τούτο. – Δεν υπάρχει άλλη μετάβασις τόσον ταχεία και ισχυρά δι' ένα νέον, όσον από την φιλοδοξίαν εις την φιλοχρηματίαν. – Αυτός λοιπόν δεν είναι ο ολιγαρχικός; – Η μεταβολή τουλάχιστον που τον έκαμε τοιούτον είναι ομοία με την μεταβολήν, εκ της οποίας προήλθεν η ολιγαρχία. – Ας εξετάσωμεν λοιπόν αν είναι όμοιος με αυτήν. – Ας το εξετάσωμεν.
– Πρώτη λοιπόν ομοιότης δεν είναι, ότι εκτιμά τα χρήματα περισσότερον από κάθε άλλο; – Πώς όχι; – Έπειτα, ότι είναι φειδωλός και εργατικός και δεν ικανοποιεί παρά μόνον τας απολύτους ανάγκας και επιθυμίας του και απαγορεύει κάθε άλλην δαπάνην εις τον εαυτόν του και υποδουλώνει όλας τας άλλας επιθυμίας του ως ματαίας. – Πραγματικώς. – Είναι επομένως βρωμερά γλίσχρος, αφού ζητεί από το κάθε τι να κερδίση, με μίαν λέξιν άνθρωπος θησαυροποιός, από εκείνους δα που θαυμάζει το πλήθος· ή δεν είναι αυτός, που ομοιάζει με το ολιγαρχικόν πολίτευμα; – Μάλιστα, διότι και από τα δύο μέρη τα χρήματα είναι που έχουν την μεγαλυτέραν αξίαν και εκτίμησιν. – Διά τον λόγον, ότι καμμίαν προσοχήν, υποθέτω, δεν έδωσεν ο τοιούτος άνθρωπος διά την μόρφωσίν του. – Και εγώ το υποθέτω, διότι άλλως δεν θα ελάμβανεν ένα οδηγόν τυφλόν και δεν θα τον εξετίμα τόσον. – Πολύ ωραία το είπες· πρόσεχε δε τώρα εις αυτό· δεν θα έχωμεν δίκαιον να ειπούμεν, ότι η απαιδευσία του εγέννησεν επιθυμίας ως του κηφήνος, άλλας μεν πτωχικάς,