Ο Βίος του Χριστού. Farrar Frederic William
την μητέρα Του και τους αδελφούς Του (ήτοι τους οικείους Του (4)), θα ηδύνατο εις μίαν και ημίσειαν ώραν ακόμη, να φθάση εις Κανά εν καιρώ, διά να παρευρεθή εις τον γάμον.
Είναι γνωστόν ότι αι τελεταί αύται, ήρχιζαν περί την αμφιλύκην της εσπέρας, εν Παλαιστίνη, ως και εν Ελλάδι, ωδήγουν δε την νύμφην, και οψιαίτερον ακόμη, την νύκτα, βαθύπεπλον, ανθοστεφή, και λαμπροστόλιστον. Προεπέμπετο με λαμπάδας, με άσματα και με χορούς εις την οικίαν του γαμβρού. Συνωδεύετο υπό νεανίδων της κώμης, και ο νυμφίος ήρχετο εις προϋπάντησίν της μετά των νεαρών φίλων του. Η παράδοσις λέγει, ότι παράνυμφος ήτο ο Ναθαναήλ αλλ' η παρουσία της Παρθένου, επίτηδες μεταβάσης ίσως, φαίνεται να δεικνύη ότι ο γαμβρός ή η νύμφη ήτο εκ των συγγενών των. «Εκλήθη δε και ο Ιησούς και οι μαθηταί Αυτού εις τον γάμον». Η χρήσις του ενικού ίσως σημαίνει ότι οι μαθηταί εκλήθησαν προς χάριν του, όχι Αυτός προς χάριν εκείνων. Το ότι η Παρθένος έλαβε προφανώς εξάρχουσαν θέσιν εις τον γάμον, και προστάττει τους υπηρετούντας με τόνον εξουσίας. («Ό,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε») πιθανόν καθιστά ότι ο γάμος ήτο ενός των ανεψιών της, των υιών του Αλφαίου, ή των θυγατέρων του Ιωσήφ, εις τας οποίας η παράδοσις αποδίδει ονόματα Εσθήρ και Θάμερ. Ο δε Ιωσήφ είχεν αποθάνη, ως φαίνεται εκ της άκρας σιωπής των Ευαγγελιστών, οίτινες, μετά την πρώτην επίσκεψιν του δωδεκαετούς Χριστού εις Ιεροσόλυμα, δεν μνημονεύουν πλέον το όνομά του.
Είτε επτά ημέρας διήρκεσεν ο γάμος, όπως παρά τοις ευπόροις είθιστο, είτε τρεις μόνον, όπως ήτο συνηθέστερον, αίφνης ο οίνος έλειψεν. Όστις γνωρίζει πόσον ιερά και πλουσία είναι η φιλοξενία ανά την Ανατολήν, και πόση μεγάλη η φιλοτιμία των αγόντων χαράν ή εορτάς κατ' οίκον, εκείνος μόνον δύναται κατανοήση την λύπην και την στενοχωρίαν εις ην ευρέθησαν τότε οι νεόνυμφοι και οι οικείοι των. Εις την Ανατολήν το έχουν αυτό ως δυστύχημα και όνειδος.
Δυνατόν η αιτία της ελλείψεως ταύτης του οίνου να ήτο η παρουσία του Ιησού και των πέντε συντρόφων του. Η πρόσκλησις έγεινε κυρίως διά τον Ιησούν μόνον, ο δε νεαρός νυμφίος δεν θα ήξευρεν ότι από τεσσάρων ημερών ο Ιησούς είχεν αποκτήσει πέντε μαθητάς και ακολούθους. Είναι πιθανόν ότι δεν είχε γείνη πρόσθετος προμήθεια διά την αύξησιν ταύτην των δαιτυμόνων. Ούτε είναι πιθανόν ότι, από μακράν πορείαν εννενήκοντα μιλίων ελθούσα, η συνοδία του Ιησού συνεμορφώθη με το ιουδαϊκόν έθιμον, και έφερε μεθ' εαυτής τροφάς και ασκούς οίνου.
Τούτων ούτως εχόντων, η μήτηρ του Ιησού θα είχεν ιδιαίτερον λόγον διά να του είπη. «Οίνον ουκ έχουσιν». Η παρατήρησις ήτο βεβαίως εύστοχος και σκόπιμος. Κανείς δεν είξευρεν, ως είξευρεν η Παναγία, ποίος ήτον ο Υιός της· και όμως επί τριάκοντα έτη, καθ' α επερίμενεν εν υπομονή την φανέρωσίν Του, τον έβλεπε να μεγαλόνη καθώς μεγαλόνουν τα άλλα παιδιά· έζη εν πραότητι και ταπεινώσει και χάριτι και αναμαρτήτω σοφία, ως νεόφυτον δένδρον ενώπιον του Θεού, πλην κατά τα άλλα όμοιος με τους άλλους νέους, υπερέχων μόνον κατά το άκρως άσπιλον. Αλλά τώρα ήτο τριακοντούτης, και η φωνή του μεγάλου Προφήτου, εκ της φήμης του οποίου αντήχει το έθνος, τον είχε κηρύξει τον επηγγελμένον Χριστόν. Ηκολουθείτο