Quo Vadis. Генрик Сенкевич

Quo Vadis - Генрик Сенкевич


Скачать книгу
τις ούτε εις το ιπποδρόμιον, ούτε εις το αμφιθέατρον, εις ταύτα δε εκείνη απήντησεν ήρεμος και θέτουσα την χείρα επί της χειρός του συζύγου της: «Γηράσκομεν και οι δύο, αγαπώμεν επί μάλλον την οικιακήν εστίαν».

      Ο μικρός Άουλος, όστις κατά την ξενίαν του Βινικίου είχε συνάψει φιλίαν μαζύ του, τον εκάλεσε να παίξουν την σφαίραν. Κατόπιν του παιδίου, η Λίγεια είχεν εισέλθη εις το τρίκλινον. Υπό το φύλλωμα του κισσού με μικράς αναλαμπάς εις το πρόσωπον, η Λίγεια εφάνη εις τον Πετρώνιον ωραιοτέρα ή εις το πρώτον βλέμμα, και ως πραγματική νύμφη. Και επειδή δεν της είχεν απευθύνει ακόμη τον λόγον, ηγέρθη και υπεκλίθη ενώπιόν της και είπε τα έπη με τα οποία ο Οδυσσεύς εχαιρέτησε την Ναυσικάν, «Γονούμαί σε.. θεά ή θνηνή.. Ει δε συ έσει θνητών επιχθονίων, τρισμάκαρές τοι πατήρ και πότνια μήτηρ, τρισμάκαρες δε και κασίγνητοι.»

      Και αυτή η Πομπονία ησθάνθη την ευφυά φιλοφροσύνην του ματαιοδόξου εκείνου. Όσον αφορά την Λίγειαν, αύτη ήκουε εντρεπομένη και ροδαλή, ταπεινούσα τους οφθαλμούς. Αλλά μετ' ολίγον πονηρόν μειδίαμα εφάνη εις την γωνίαν των χειλέων της. Κάποιος δισταγμός έκαμε να πάλλωσιν ηρέμα τα θελκτικά χαρακτηριστικά του προσώπου της· και απήντησε διά των λόγων της Ναυσικάς, προφέρουσα αυτούς απνευστί και σχεδόν ως μάθημα το όποιον είχεν αποστηθίσει: «Ξένε, ου συ δοκείς αβληχρού γένους ανήρ ουδέ νόου.»

      Έπειτα έφυγεν ως πτηνόν εξαφνισμένον και περίφοβον.

      Τώρα ήλθεν η σειρά του Πετρωνίου να εκπλαγή· δεν επερίμενε ποτέ να ακούση στίχον του Ομήρου εξερχόμενον από το στόμα κόρης, της οποίας ο Βινίκιος του είχε διηγηθή την εκ βαρβάρων καταγωγήν.

      Παρετήρησε λοιπόν την Πομπονίαν με ύφος ερωτηματικόν, αλλ' αυτή εμειδία βλέπουσα την υπερηφάνειαν, ήτις έλαμπεν εις το πρόσωπον του συζύγου της.

      Με όλας τας προλήψεις του ως αρχαίου Ρωμαίου, αίτινες τον υπεχρέουν να κεραυνοβολή την Ελληνικήν γλώσσαν και την διάδοσίν της, ο Άουλος εσεμνύνετο, διότι ο άνθρωπος εκείνος, ο τόσον ανεπτυγμένος, ο τόσον λόγιος, εύρεν εις την οικίαν του κάποιον ικανόν να του απαντήση εις την αυτήν γλώσσαν και με στίχους του Ομήρου.

      – Έχομεν εδώ ένα παιδαγωγόν Έλληνα, είπε, στραφείς προς τον Πετρώνιον, όστις παραδίδει μαθήματα εις τον υιόν μας και η Λίγεια παρίσταται εις τα μαθήματα ταύτα.

      Ο Πετρώνιος παρετήρει τώρα διά μέσου της λόχμης του κισσού και του αιγοκλήματος τον κήπον και τα τρία πρόσωπα τα οποία έπαιζον εντός αυτού.

      Ο Βινίκιος με απλούν χιτώνα έρριπτε την σφαίραν την οποίαν ηγωνίζετο να συλλάβη, ελαφρώς κυρτήν, η Λίγεια. Η νεάνις κατ' αρχάς εφάνη ολίγον αδύνατος εις τον Πετρώνιον, αλλά θεωμένη εις την στάσιν αυτήν, μέσα εις την λαμπρότητα του κήπου, εφαίνετο ως η ζωντανή εικών της Αυγής, Ω! το ροδαλόν εκείνο και διαφανές πρόσωπον, οι γαλανοί οφθαλμοί, η λευκότης του αλαβαστρίνου μετώπου και τα κατάμαυρα μαλλιά με τας αμβαροειδείς και χαλκόχροας αναλαμπάς, και όλον το εύκαμπτον, το ευκίνητον εκείνο σώμα, το νεανικόν με μίαν νεότητα νέου Μαΐου και άνθους προσφάτως ανοιγέντος!

      Έπειτα στραφείς προς την Πομπονίαν Γραικίναν, είπε:

      – Εννοώ τώρα, Δέσποινα, διατί ενώπιον των δύο


Скачать книгу