Quo Vadis. Генрик Сенкевич

Quo Vadis - Генрик Сенкевич


Скачать книгу
του, αν εις την ατραπόν την μυρτοφύτευτον δεν ενεφανίζετο ο γέρων Άουλος, όστις πλησιάσας τοις είπεν:

      – Ο ήλιος χαμηλώνει, φυλαχθήτε από την δρόσον την εσπερινήν και μη

      το παρακάμνετε.

      – Έρριψα επί των ώμων μου την τήβεννόν μου, απήντησεν ο Βινίκιος,

      και δεν κρυόνω.

      Ο Πετρώνιος, καθήμενος πλησίον της Πομπονίας, ευχαριστείτο εις το θέαμα του δύοντος ηλίου, του κήπου και των ανθρωπίνων μορφών, των χρυσιζομένων από την λάμψιν του μεγάλου φωστήρος. Η γαλήνη της εσπέρας περιέβαλλε τους ανθρώπους, τα δένδρα, όλον τον κήπον.

      Ο Πετρώνιος εξεπλάγη εκ της γαλήνης ταύτης. Επί του προσώπου της Πομπονίας, του γηραιού Αούλου, του υιού των και της Λιγείας, παρετήρησε κάτι το οποίον δεν ήτο συνειθισμένος να βλέπη εις τα πρόσωπα, μεθ' ων συνανεστρέφετο κατά τας νύκτας· ησθάνθη ότι μία φαεινή αιθρία εκπηγάζουσα εκ της καθημερινής ζωής των περιέβαλλε τους ενοίκους της οικίας εκείνης και ότι ήτο δυνατόν να υπήρχε καλλονή και θέλγητρον, τα οποία αυτός ο αείποτε θηρεύων θέλγητρα και καλλονήν ποτέ δε είχε γνωρίση. Δεν ηδυνήθη να κρατήση διά τον εαυτόν του τη εντύπωσιν ταύτην και στραφείς προς την Πομπονίαν είπε:

      – Πόσον ο κόσμος εις σας είναι διαφορετικός από εκείνον το οποίον

      κυβερνά ο ιδικός μας Νέρων!

      – Εκείνη ύψωσε το λεπτοφυές πρόσωπόν της προς την λάμψιν του

      λυκόφωτος και απήντησε με απλότητα:

      – Δεν κυβερνά τον κόσμον ο Νέρων, αλλ' ο Θεός.

      Επήλθε μικρά σιγή.

      Ηκούσθησαν εις τον διάδρομον τα βήματα του γέροντος Αούλου, του Βινικίου, της Λιγείας και του μικρού Αούλου· αλλά πριν φθάση εκεί η ομάς, ο Πετρώνιος ηρώτησε πάλιν:

      – Πιστεύεις λοιπόν εις τους θεούς, Πομπονία;

      – Πιστεύω εις τον Θεόν, όστις είναι είς, Δίκαιος και Παντοδύναμος! απήντησεν αύτη.

      – Πιστεύει εις ένα Θεόν, όστις είναι δίκαιος και παντοδύναμος, επανέλαβεν ο Πετρώνιος, όταν ευρέθησαν και πάλιν επί το φορείου, αυτός και ο Βινίκιος· εάν ο Θεός της είνε παντοδύναμος, είναι κύριος της ζωής και του θανάτου, και εάν είναι δίκαιος, πέμπει τον θάνατον δικαίως. Μα την ιεράν γαστέρα της Ίσιδος της Αιγυπτίας! Εάν έλεγα εις αυτούς ευθύς εξ αρχής διατί ήλθομεν, υποθέτω ότι η αρετή των θα αντήχει ως ασπίς χαλκίνη υπό κτύπημα ροπάλου. Και δεν ετόλμησα!

      Ο Βινίκιος, κύπτων την κεφαλήν, έμεινε προς στιγμήν σιωπηλός· κατόπιν είπε:

      – Την επόθουν· τώρα την ποθώ περισσότερον. Πρέπει να γείνη ιδική μου. Πρέπει να την αποκτήσω. Ήλθα να σου ζητήσω συμβουλήν. Αλλ' εάν δεν εύρισκες τίποτε, θα εύρω εγώ.. Ο Άουλος θεωρεί την Λίγειαν ως θυγατέρα του· διατί εγώ να την θεωρήσω ως δούλην; Αφού δεν υπάρχει άλλο μέσον να την αποκτήσω, ας έλθη να καθίση ως σύζυγος εις την εστίαν μου.

      – Καθησύχασε. Μη ωθής τα πράγματα εις τα άκρα. Και δι' εμέ η Χρυσόθεμις ήτο θυγάτηρ του Διός, και όμως δεν την ενυμφεύθην· ομοίως και ο Νέρων δεν ενυμφεύθη την Ακτήν, καίτοι παρίστατο αύτη ως θυγάτηρ του βασιλέως Αττάλου.. Καταπραΰνθητι.. Σκέψου ότι, εάν θέλη να αφήση την στέγην του Αούλου χάριν σού, δεν έχει ούτος δικαίωμα να την κρατήση. Σου υπόσχομαι, ότι αύριον θα σκεφθώ πάλιν


Скачать книгу