Λυσιστράτη. Аристофан
ποτέ, καθώς οι λιονταρίνες15
που είν’ απάνω στου τυριού τους τρίφτες [σκαλισμένες.]
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Ούτε θα τουρλωθώ ποτέ, καθώς οι λιονταρίνες
που είν’ απάνω στου τυριού τους τρίφτες [σκαλισμένες.]
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Πίν’ απ’ το κρασί αυτό
και τον όρκο τον κρατώ.
(πίνει)
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
(παρατηρούσα την Λυσιστράτην πίνουσαν)
Πίν’ απ’ το κρασί αυτό
και τον όρκο τον κρατώ.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Και στον όρκ’ όποια δεν μείνη
το κρασί νερό να γίνη.
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Και στον όρκ’ όποια δεν μείνη
το κρασί νερό να γίνη.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ (προς τας λοιπάς)
Ορκίζεσθε λοιπόν και σεις για όλα;
ΜΥΡΡΙΝΗ
Μα τον Δία!
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Φέρε λοιπόν να πιώ εγώ, ν’ αρχίσω τη θυσία.
(Λαμβάνει την λήκυθον και ετοιμάζεται να πίη).
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Ε, ε, πού πας, φιλτάτη μου; θέλω μερίδα ίση.
Ά, πρέπει η φιλία μας από δω δα ν’ αρχίση.
(Ακούεται θόρυβος μακρόθεν. Η Λυσιστράτη αφίνει την λήκυθον, ενώ
η Καλονίκη σπεύδει, την λαμβάνει και πίνει).
ΛΑΜΠΙΤΩ
Καλέ, ακούσατε φωνές, γυναίκες μου, και θρήνο;
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ (παρατηρούσα εκ του παραθύρου.)
Ησύχασ’, είν’ εκείνο–
που είχα πη προτήτερα· οι πειό γρηές εφθάσανε,
και πήγαν στην Ακρόπολι και το ναό επιάσανε.
-Συ, Λαμπιτώ, τράβα λοιπόν στη Σπάρτη να φροντίσης
όσα εσυμφωνήσαμε να πραγματοποιήσης,
τις άλλες δε Λακώνισσες όμηρους θα κρατήσουμε·
ημείς δε στην Ακρόπολι και τις λοιπές θα κλείσουμε
κ’ εκεί θ’ αμπαρωθούμε.
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Καλά· για να σου πούμε:
Κι οι άνδρες [απ’ την πόλι]
αν έλθουν εναντίον μας και εκστρατεύσουν όλοι;
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Λίγο με μέλει πειά γι’ αυτούς· φωτιά δεν θα ’χουν τόση
ούτε φοβέρες αρκετές, ώστε να κατορθώση–
η βία, τόσο εύκολα τις πόρτες μας ν’ ανοίξουν,
εάν δεν αποδείξουν
ότι τους όρους τους λαμπρούς, που οι γυναίκες θέσανε,
αυτοί τους εκτελέσανε.
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Μα τη θεά! και βέβαια· κι αν δεν τα βρούνε σκούρα,
δειλή να ειπούν την κάθε μιά και παληοπατσαβούρα!
(Απέρχονται πάσαι, ενώ η Καλονίκη φεύγουσα τελευταία κενώνει
ταυτοχρόνως το υπόλοιπον της ληκύθου).
ΑΥΛΑΙΑ
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
{Η σκηνή παριστά την προς τα Προπύλαια πλευράν της Ακροπόλεως, άνωθεν της οποίας φαίνονται τα τείχη. Εισέρχεται ο χορός των Γερόντων, κρατούντων επ’ ώμου κλάδους ξηρούς δένδρων και ανερχομένων το ύψωμα μετά κόπου. Ο κορυφαίος του Χορού κρατεί και πύραυνον εις τας χείρας με άνθρακας ανημμένους.}
ΣΚΗΝΗ Α΄
ΧΟΡΟΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ
Τράβα, Δράκη, εμπρός με θάρρος,
κι αν τον
15
«Ου στήσομαι λέαιν’ επί τυροκνήστιδος» (σ. 231): Είδος συνουσιάσεως πορνικής οκλαδόν, όπως αι λέαιναι αι έγγλυφοι επί των μαχαιρών του μαγειρείου, ως είδος λαβής αυτών.