Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος. Angelos Vlachos

Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος - Angelos Vlachos


Скачать книгу
απέρχονται πάντες, και ο υποψήφιος μένει μόνος μετά του Χασάν.

      Καθ' οδόν.

      – Τα είδες τα; λέγει μαδών τον πώγωνά του ο απαισιόδοξος Γιακούπ· πάλιν μυστικά έχει ο Χασάν.

      – Αμ· τα ξεύρομε δα τα μυστικά του.....

      – Και πως τα ξεύρομε, τι βγαίνει; Αυτός τραβάει τον παρά, κ' εμείς μετρούμε τους πούντους.

      – Ουφ, καϋμένε Γιακούπ, όλο πήταις ονειρεύεσαι!

      – Και δεν τρώγω ουδέ σημίτι. Αύτη είνε η γλύκα.

      – Ρώτησ' τον Χασάν, υπολαμβάνει παρεμβαίνων ο μικρός Μουχαδή, να σου δώση τη ρετσέτα της πήττας

      – Αυτός, παιδί μου, λέγει άλλος, την ρετσέτα του την φυλάει μυστική· την έχει κληρονομιά από τον πατέρα του, και δεν τρελλάθηκε να μας μάθη την τέχνη. Είνε μάστορης που δεν βγάζει καλφάδες.

      – Μα τότε το λοιπόν είμαστ' εμείς κουτάβια;

      – Τώρα τώνοιωσες; φωνεί αγρίως και μαδά έτι βιαιότερον του πώγωνά του ο Γιακούπ. Τώρα τώνοιωσες; Αν είχαμε εμείς ενός δραμιού μυαλό και δύο δραμιών φιλοτιμία, θα μαζευόμαστε πρώτα ώμορφα ώμορφα μεταξύ μας, να συννενοηθούμε, . . . και θα πηγαίναμε ύστερα 'ς του Κυρ Χαλέμ, να του πούμε παστρικά . . .

      – Τι πράμμα; υπολαμβάνει τις των εταίρων, βλέπων διστάζοντα τον Γιακούπ.

      – Τι πράμμα; απαντά ούτος, αφού επί στιγμήν εσκέφθη, ότι οι δισταγμοί του ήσαν εντελώς ανόητοι, τι πράμμα; ότι θέλομε κ' ημείς μέταλλο! νά τι πράμμα!

      – Δεν είνε 'ντροπή, καϋμένε;

      – Αν μας πάρη η 'ντροπή, φορούμε κόσκινα, απαντά άλλος, ενώ ο Γιακούπ, απαθεστάτην έχων την λογικήν αυτού, καίτοι αγανακτεί η καρδία τον, επιφέρει·

      – Γιατί ντροπή, κυρ Χακήμ; Αν ο Χασάν πουλεί κωλοφωτιαίς για φανάρια, δεν έχομε τάχα κ' εμείς κωλοφωτιαίς για πούλημα;

      – Άλλο τίποτε, απαντά ο προλαλήσας, Κι' αν δεν της πουλήσωμε τώρα, που άνοιξε το παζάρι, δεν ειξεύρω τι διάβολο θα ταις κάμωμε.

      – Ακούστε, βρε παιδιά, να σας 'πώ! λέγει ο Γιακούπ, απαράλλακτα ως έλεγέ ποτε ο Δημοσθένης προς τους Αθηναίους: δεηθήναι πάντων υμών βούλομαι, τους λογισμούς άκουσαί μου διά βραχέων. Ο κυρ Χαλέμ φυσά.

      – Και παραφυσά! φωνεί ο χορός των περιεστώτων.

      – Δεν του φθάνει τώρα ο παράς, θέλει και δόξα.

      – Την θέλει! φωνεί ο χορός

      – Εμείς έχομε δόξα για πούλημα, αυτός έχει παρά για δόσιμο· το λοιπόν τράμπα!

      – Τράμπα! φωνεί ο χορός.

      – Κι' αν κάμη τον κουφό; λέγει δειλώς ο μικρός Μουχαδή.

      – Κάνουμε κ' εμείς το στραβό, απαντά αποφθεγματικώς ο Γιακούπ.

      – Ο λόγος μας, που του δώσαμε;

      – Ας τον φυλάξη να παίξη 'ς την ύψωση, λέγει διαρρηγνύμενος εις γέλωτα άλλος των εταίρων, πάλαι μεν ποτε περιάκτης πετρελαίου και θρυαλλίδων, νυν δε μεσίτης εν τω χρηματιστηρίω της Ταγγέρης και κομματάρχης in partibus . . . absentium.

      – Όχι δα, καϋμένε! υπολαμβάνει ο Χακήμ· αυτό δεν είνε τίμιο πράγμα.

      – Κολοκύθια! απαντά ο Γιακούπ· θέλεις και τιμή και παρά, του λόγου σου; και τη σούβλα άκαη και το αρνί ψημένο; Όταν τα βρης μαζή, μου δίνεις είδησι.

      – Γεια σου μωρέ Γιακούπ! εσύ θα γείνης σπουδαίος άνθρωπος μια μέρα, φωνεί ένθους ο πρώην θρυαλλιδοπώλης.

      – Το


Скачать книгу